Προφανώς η ονομασία «Τρεχλό» σχετίζεται με νερό, ίσως από το ρήμα “τρεχολογώ” (τρέχω πολύ ή συνεχώς), που μπορεί να δώσει το ουσιαστικό “το τρεχολόι” – σημαίνει συνεχής ροή. Με αποβολή τον άτονου «ο» προκύπτει η λέξη “τρεχλόι” και προς χάριν ευφωνίας να το πρόφεραν «Τρεχλό». Το 1955 επίσημα το χωριό μετονομάστηκε σε Τρεχλό, από την ομώνυμη πηγή «Τρεχλός» που σημαίνει τρεχούμενα νερά.
Για την ετυμολογική ανάλυση του παλιού ονόματος “Τρεκλίστρα” υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις με επικρατέστερη, ότι η κατάληξη -ίστρα του «Τρεκλίστρα» αναφέρεται σε κάποιο χαρακτηριστικό της μορφολογίας του εδάφους. Θα μπορούσε να σημαίνει «το σημείο, που το έδαφος καμπυλώνει». Τα τοπωνύμια, πού τελειώνουν σε -ίστρα έχουν να κάνουν με κάποιο χαρακτηριστικό τον εδάφους, όπως στο «Τσακκίστρα» ή του κλίματος, όπως στο «Χιονίστρα». Το επίθετο «τρεκλός», που αναφέρει ο Κοραής στο έργο του «Άτακτα», το οποίο είναι ένα είδος λεξικού, σημαίνει είτε «καμπύλος», είτε «ανάπηρος», «κουτσός».